Παρασκευή 23 Μαΐου 2008

Easy, tiger! Ααααααα... δε με θέλει σήμερα!


Easy, tiger. This is a 404 page.
You are totally in the wrong place.
Do not pass GO; do not collect $200.
Instead, hit that "back" button on your browser, and get it right next time, eh?
Αυτή τη σαχλαμάρα τη βγάζει σε πολλά μπλογκς της wordpress και δεν καταλαβαίνω γιατί.
Ξέρει κανείς κάτι; Είναι πρόβλημα των ιστολογίων ή δικό μου; Πήγαινα να μπω στη Σίλια στα σχόλια και μου έβγαλε Easy, tiger! :) Δεν πάμε καλά...

Τετάρτη 14 Μαΐου 2008

Όποιος Ελληναράς έφτιαξε to krasaki tou tsou, είναι πολύ μάγκας και μπράβο του! Απίστευτα έξυπνο!



Ελπίζω μόνο η εξυπνάδα του να συνάδει και με ευαισθησία και να εκμεταλλευτεί σωστά το μυαλουδάκι του! Όχι μόνο στο χαβαλέ! Γιατί γνωρίσαμε πολλούς με χιούμορ και καλή άποψη στο δίκτυο και βγήκανε πολύ νεροκολοκύθες λέμε! :Ρ



Ευχαριστώ τον φίλο Κωνσταντίνο που μου το έστειλε!

Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

– Αν θες να μπεις στο σπιτικό μου, ν’ αποταθείς στο θυρωρό μου. Ο πετεινός πολύ μάγκας λέμε... Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος!



Ο θυρωρός

Ο πετεινός έπιασε φίλο
του διπλανού σπιτιού το σκύλο.

Και παν μαζί πεζοπορία
για κάποια ξένη πολιτεία.

Στο δρόμο πήρε να βραδιάσει
και σ’ ένα δέντρο κάνουν στάση.

Κούρνιασε ο ένας στα κλαριά του
κι ο άλλος πλάγιασε από κάτου.

Σώνεται η νύχτα και χαράζει
κι αρχίζει ο πετεινός να κράζει.

Κι η αλεπού απ’ τη φωλιά της
τρέχει κουνώντας την ουρά της:

– Πουλί μου, πώς σ’ αυτά τα μέρη;
Κατέβα, δώσε μου το χέρι.

Κι ο πετεινός τής δείχνει κάτου,
που ο σκύλος τέντωνε τ’ αυτιά του:

– Αν θες να μπεις στο σπιτικό μου,
ν’ αποταθείς στο θυρωρό μου.

Μιχ. Δ. Στασινόπουλος
(Aρμονία, Eκδόσεις «Kένταυρος», 1956)



Πηγή:
Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού



Ο υπέροχος Μεσσήνιος ποιητής Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος, με τα ποιήματά της Αρμονίας!
Ν' αποταθείς στο θυρωρό μου! Μα παίζεται η φράση αυτή; Δεν είναι αριστούργημα; Και μόνο να σκέφτεσαι τον μάγκα πετεινό να τη βγαίνει στην αλεπού έτσι κυριλάτα, φτάνει! Κι η αλώπηξ έμεινε μαλκς! Εμ, πού πήγαινες κερά μου, πούουου;

Τρίτη 6 Μαΐου 2008

Στο τέλος έτσι πάντοτε τα σκάτωνα Μου το ’λεγε κι η θεια μου η Κοντύλω Θα είσαι πάντα με τους αποκάτωνα Που σ’ έκανε ο Θεός φευγάτο κι ερωτύλο!

ΣΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ Δ. ΚΕΝΤΡΩΤΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑ ΤΟΝ ΚΡΑΤΥΛΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ


Τα όνειρα του βίου μου περάτωνα
Και έθετα τις βάσεις και τον στύλο
Και ξάφνου ανακάλυψα τον Πλάτωνα
Και μέθυσα διαβάζοντας Κρατύλο

Στο τέλος έτσι πάντοτε τα σκάτωνα
Μου το ’λεγε κι η θεια μου η Κοντύλω
Θα είσαι πάντα με τους αποκάτωνα
Που σ’ έκανε ο Θεός φευγάτο κι ερωτύλο

Κι εγώ τις λέξεις και τις φράσεις μου αιμάτωνα
Και έρρεαν φωνήεντα και τόνοι
- Αγαπητέ μου Πλάτωνα
- Αγαπητέ Αντώνη;
Τον νου μου και τη σκέψη αναστάτωνα
Καιρός είπες να πέσουνε οι τόνοι

Κι όπως την ένταση του βίου μου ελάττωνα
Και έλεγα να πέσω στη ραστώνη
Φάτονα ρε, σ’ ακούω, φάτονα
Που θέλει να κουνήσει και σεντόνι
Τον βάζελο. Άλα τις Πλάτωνα!
Και γαύρος και μόρτης και γατόνι;

Κι όσο περνούσε ο καιρός και όλο πάτωνα
Στο διάολο είπα όλα να τα στείλω
Να μην ξαναδιαβάσω Πλάτωνα
Να μην ακούσω πάλι για Κρατύλο
Γιατί θα είμαι πάντα με τους αποκάτωνα
Άτιμη ζωή παλιοξεφτίλω
(Δεν άκουγα τη θεια μου την Κοντύλω;)

Αχ… αν είχαν πέραση οι ρίμες, τα σονέτα
Θ’ αγόραζα μια μέρα μαιζονέτα

Αντώνης Παπαϊωάννου
Εκατόν δύο ματς
Εκδόσεις: τυπωθήτω, λάλον ύδωρ

Πέμπτη 1 Μαΐου 2008

Καλό μήνα πατριώτες! Καλή Πρωτομαγιά!


Τ' αηδόνι

Κάποιο βραδάκι του Μαγιού,
μες στη χρονιά κρυμμένο
το πιο μονάχο της χρονιάς,
κι ίσως το πιο θλιμμένο,

την ώρα που ετοιμάζονταν
να κοιμηθούν οι κλώνοι,
δίχως αιτία, ξαφνικά,
τρελάθηκε τ' αηδόνι!

Πολλές φορές, αναγερτοί
στον πλάτανο αποκάτου
ακούγαμε τις τρίλιες του
και τα πιπίσματά του

συχνά πάλι, γυρίζοντας
τις ώρες που βραδιάζει,
τ' ακούσαμε, τις πιο γλυκές
στροφές του ν' αραδιάζει:

μα σαν εκείνη τη βραδιά,
σ' εκείνο το πλατάνι,
τέτοιο τραγούδι ξώφρενο
ποτέ δεν είχε κάνει...

Κι όπως τραβούσα πάρωρα,
στη μοναξιά του δρόμου,
αναπολώντας μυστικά
δεν ξέρω ποιον καημό μου,

πουλάκι του μεσονυχτιού,
πουλάκι της ερήμου,
ήρθ' η φωνή σου, σύχαρα,
και πήρε την ψυχή μου...

Κι ήταν η νύχτα διάφανη,
κι έλαμπε αγάλια η πούλια
είχαν σωπάσει, από νωρίς,
τ' άλλα τα νυχτοπούλια,

και μεσ' απ' τα άστρα τα νωθρά,
που φέγγαν σα βελούδα,
όλ' η νυχτιά, παθητικά,
σου φώναζε: Τραγούδα!

Κι ήμουν κι εγώ και σ' άκουγα,
χωρίς να σε χορταίνω,
το βράδυ που τρελάθηκες,
πουλάκι αγαπημένο.


Ναπολέων Λαπαθιώτης
Τα Ποιήματα